23


Λίγο μετά το άνοιγμα της αγοράς, ο Χοσελίτο έτρεξε στη Δόνα Ρόζα για να πει τα νέα στον Μανοέλ. Δεν είχε κλείσει μάτι όλη τη νύχτα. Μιλούσε πολύ γρήγορα, σαν να ήθελε να περιγράψει όλα τα γεγονότα με μια φράση.
«Ξαναπήγα στο ίδιο μέρος, καπετάνιε. Περίμενα με τις ώρες. Ήρθε πάλι το γνωστό ζευγάρι και κρύφτηκε πίσω από την εκκλησία. Εγώ τους παρακολουθούσα σκαρφαλωμένος σ’ ένα ψηλό δέντρο. Κατά τα μεσάνυχτα, φάνηκε ένας γέρος με κοντά, άσπρα μαλλιά και παλιά ρούχα. Πήρε μια αξίνα που ήταν εκεί παρατημένη κι έσκαβε πολλή ώρα. Για μια στιγμή σταμάτησε, έσκυψε κι έβαλε το χέρι μέσα, σαν να βρήκε κάτι. Σκέπασε βιαστικά τον λάκκο και γύρισε να φύγει. Το ζευγάρι τον ακολούθησε. Από πίσω κι εγώ. Στριφογύριζαν στα στενά σαν χαμένοι. Στο τέλος αυτοί τον πλησίασαν και του μίλησαν. Δεν άκουγα τι έλεγαν γιατί ήμουν μακριά. Δεν ήθελα να με δουν. Συνέχισαν τον δρόμο μαζί. Στα φώτα τού δρόμου τούς έβλεπα καθαρά μέχρι που χώρισαν. Ο γέρος προχώρησε, ώσπου μπήκε σ’ ένα χαμηλό σπίτι.  Αυτοί κοντοστάθηκαν, τον παρακολούθησαν για λίγο με τα μάτια και μετά κατέβηκαν μέχρι έναν μεγάλο δρόμο για να πάρουν ταξί. Περνούσαν πολύ λίγα αυτοκίνητα εκείνη την ώρα. Βρήκαν ύστερα από ένα τέταρτο. Εγώ περίμενα μισή ώρα μέχρι να έρθει άλλο. Θα πήγαν στο ξενοδοχείο. Α! τώρα θυμήθηκα! Ο νεαρός πρέπει να του έδωσε λεφτά».
«Εκείνος τους έδωσε τίποτε;»
«Μπα, δε νομίζω… Όχι, είμαι σίγουρος».
«Μπράβο Χοσελίτο. Θα δω τι θα κάνω. Εσύ συνέχισε την παρακολούθηση. Καλά τα πας μέχρι τώρα».
Ο Μανοέλ, μόλις απομακρύνθηκε ο Χοσελίτο, τηλεφώνησε στη Ροζίτα.
«Ροζίτα, είπε ταραγμένος. Ο Νίνο είναι έξω! Σύμφωνα με την περιγραφή τού μικρού αυτός πρέπει να είναι! Τον είδε στο Τσέρο Αλέγρε μαζί μ’ ένα νεαρό ζευγάρι. Θα είναι αυτοί που γνώρισες. Τι να γύρευαν εκεί;»
«Καλά, καλά, Μανοέλ, ηρέμησε. Έλα καλύτερα να τα πούμε από κοντά και να σκεφτούμε με ψυχραιμία τι θα κάνουμε. Αυτά δε συζητιούνται από το τηλέφωνο!»

Μισή ώρα αργότερα ο Μανοέλ βρισκόταν στο σπίτι τής Ροζίτα. Η ίδια τον οδήγησε στη βεράντα για να μιλήσουν με την ησυχία τους.
«Είσαι σίγουρος ότι είναι ο Νίνο;» είπε δύσπιστα.
«Δεν μπορεί να είναι άλλος! Η περιγραφή τού Χοσελίτο ήταν καθαρή. Η εμφάνιση, τα κοντά μαλλιά… Άσπρισε στη φυλακή. Τι να γύρευε τέτοια ώρα στο Τσέρο Αλέγρε;»
Μεσολάβησαν μερικές στιγμές σιωπής.
«Να πάρει! Χαζή που είμαι! Δίκιο έχεις, Μανοέλ. Εκεί είναι θαμμένοι οι δικοί μου! Θα είχε κρύψει το μετάλλιο εκεί γύρω και τώρα το πήρε! Λες να το έδωσε στους άλλους;»
«Δε νομίζω. Ο Χοσελίτο μού είπε ότι δεν είδε κάτι τέτοιο. Είπε όμως ότι του έδωσαν χρήματα».
«Σίγουρα του τα έδωσαν για να τον ξαναδούν. Πρέπει να εμποδίσουμε αυτήν τη συνάντηση».
«Έχεις καμιά ιδέα;»
«Χμμμ…»
Η Ροζίτα δε χρειάστηκε να σκεφτεί περισσότερο από πέντε λεπτά.
«Μ’ εκείνο τον συνταξιούχο αστυνομικό εξακολουθείς να έχεις παρτίδες;»
«Έρχεται πού και πού στο καπηλειό και συναντιόμαστε».
«Αυτός δεν έχει γνωριμίες με άλλους αστυνομικούς;»
«Πού θέλεις να καταλήξεις;»
«Κάτι είχες αναφέρει για ναρκωτικά».
«Είπα στον Χοσελίτο να ενημερώσει σχετικά τον ξενοδόχο, αλλά δεν καταλαβαίνω τι σχέση μπορεί να έχει αυτό».
«Θα δεις. Εμείς θα ενεργήσουμε με βάση το σχέδιο που θα σου πω».
«Δηλαδή;»
«Θα καταγγείλουμε ανώνυμα, ότι στο Ουλτραμάρ βρίσκεται ένα ζευγάρι που εμπορεύεται ηρωίνη. Θα πούμε αόριστα για κάποιον Ισπανό Χουάν με μια Αγγλίδα. Είναι απίθανο να υπάρχει ίδιο ζευγάρι εκεί».
«Λες να ενδιαφερθούν ύστερα από μια ανώνυμη καταγγελία;»
«Αυτοί τρέχουν αμέσως για κάτι τέτοια. Εμείς θα περιμένουμε απ’ έξω, μέσα σε ταξί. Είμαι σίγουρη ότι αργότερα θα φανεί ο δικός μας για να τους συναντήσει. Οπωσδήποτε έχουν κλείσει ραντεβού. Τότε θα σου πω με βεβαιότητα αν είναι ο Νίνο. Εξάλλου, θα τον αναγνωρίσεις κι εσύ. Ο μικρός θυμάται πού μένει;»
«Σίγουρα».
«Ωραία. Θα τον παρακολουθήσουμε και θα βάλουμε ύστερα έναν δικό μας να τον πλησιάσει».
«Πώς δηλαδή;»
«Θα τον ρωτήσει αν υπάρχει εκεί κοντά κάποιο κατάστημα που να πουλάει νομίσματα, αντίκες και άλλα παρόμοια γιατί ενδιαφέρεται. Θα αφήσει να εννοηθεί ότι είναι διατεθειμένος να δίνει σημαντικά ποσά προκειμένου να αγοράζει αντικείμενα συλλεκτικής αξίας. Ο Νίνο θα δει ότι είναι μια καλή ευκαιρία να αποκτήσει ένα σημαντικό ποσό από το μετάλλιο που έχει».
«Φανταστικό! Θα πιάσει όμως;»
«Ελπίζω. Αν παίξει καλά τον ρόλο του, θα τσιμπήσει. Το μοναδικό πράγμα αξίας που έχει τώρα αυτός είναι το μετάλλιο. Στην κατάσταση που βρίσκεται, έχει μεγάλη ανάγκη και θα το δώσει. Αυτός το έβγαλε για να το πουλήσει όσο όσο. Θα το έχει κι επάνω του. Τα λεφτά που του έδωσε ο άλλος δε θα του φτάσουν ούτε για δυο μέρες!»
«Έχεις κανέναν στο μυαλό σου γι’ αυτήν τη δουλειά;»
«Εγώ πολύ σπάνια βγαίνω κι έχω χάσει σχεδόν την επαφή με τον έξω κόσμο. Στηρίζομαι πάνω σου για το πρόσωπο».
«Καλά. Θα δω τι μπορώ να κάνω. Πρέπει να βρω και κάποιον που να εμπνέει εμπιστοσύνη».
Και τα δύο μέρη τού σχεδίου της Ροζίτα ήταν πραγματικά έξυπνα. Δεν μπορούσε όμως να προβλέψει πώς θα αντιδρούσε ο Νίνο ούτε την ταχύτητα της εξέλιξης των καταστάσεων.

Στις δέκα το πρωί, η αστυνομία έφτασε στο Ουλτραμάρ και ζήτησε από τον ξενοδόχο να δει ένα νεαρό ζευγάρι. Ο ξενοδόχος βρήκε πολύ φυσικό να έχει μάθει η αστυνομία για τους δύο “εμπόρους ναρκωτικών” και προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει. Οι ανυποψίαστοι Χουάν και Τζέιν εξεπλάγησαν βλέποντας να τους ζητούν δύο αστυνομικοί και πολύ περισσότερο όταν άκουσαν τον λόγο. Ωστόσο δεν έφεραν αντίσταση, βέβαιοι ότι η παρεξήγηση θα λυνόταν σε λίγη ώρα. Άφησαν μήνυμα στον ξενοδόχο, αν τους ζητήσει κάποιος Νίνο να του πει ότι δε θα αργήσουν και να τους περιμένει στη ρεσεψιόν.
Οι διαδικασίες όμως σχετικά με τέτοιες υποθέσεις προχωρούν με αργούς ρυθμούς, γιατί οι Αρχές είναι πολύ προσεκτικές και επιφυλακτικές, ιδίως όταν πρόκειται για αλλοδαπούς. Έτσι, ο Χουάν και η Τζέιν μετά τις πρώτες καταθέσεις κρατήθηκαν μέχρι να συγκεντρωθούν τα πρώτα στοιχεία και οι πληροφορίες για τους δύο κατηγορούμενους.
Η απρόοπτη αυτή εξέλιξη τους αιφνιδίασε. Η Τζέιν είχε καταρρεύσει. Ακόμα και ο Χουάν ένιωσε πανικό, όταν θυμήθηκε την πίεση του χρόνου που είχε για τις πανεπιστημιακές του υποχρεώσεις. Για μια στιγμή επίσης ταράχτηκε, καθώς είχε χρησιμοποιήσει το όνομα “Εσπαδέρο”. Γρήγορα όμως συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχε τέτοιος λόγος ανησυχίας. Καλό θα ήταν, βέβαια, να μη γίνει γνωστό ούτε το “Βερόν” παραέξω, ειδικά σ’ αυτούς που δεν έπρεπε. Το μόνο παρήγορο και για τους δυο ήταν ότι προς το παρόν βρίσκονταν μαζί και μπορούσε ο ένας να παίρνει κουράγιο από τον άλλο.
Ο Νίνο στο μεταξύ έφτασε στο ξενοδοχείο. Μπήκε διακριτικά και περίμενε σε μια άκρη τού μικρού σαλονιού υποδοχής. Η ώρα περνούσε και, εκτός του ότι αισθανόταν πολύ άβολα σ’ εκείνο το περιβάλλον, ανησυχούσε καθώς δεν εμφανιζόταν κανένας από τους δύο μοναδικούς μέχρι εκείνη τη στιγμή ανθρώπους που τον βοήθησαν. Όταν πήρε το θάρρος να ρωτήσει στη ρεσεψιόν, πληροφορήθηκε ότι ήρθε η αστυνομία και οδήγησε στο τμήμα τούς ενοίκους τού δωματίου δώδεκα. Ο ξενοδόχος τού είπε ακόμα ότι ένιωσε ανακούφιση όταν απομακρύνθηκαν από το ξενοδοχείο του δύο ύποπτοι λαθρέμποροι.
Ακούγοντας τα τελευταία λόγια, ο Νίνο έπεσε από τα σύννεφα. Μέσα του όμως κάτι του έλεγε ότι αυτό δεν ήταν δυνατόν. Παρόλο που γνώριζε ελάχιστα τον Χουάν και την Τζέιν, διαισθανόταν ότι κάτι άλλο συνέβαινε και αποφάσισε να το μάθει. Κι επειδή ήξερε ότι δεν ξεμπλέκει κανείς εύκολα από τέτοιες περιπέτειες, έφυγε αμέσως από το ξενοδοχείο. Αποφάσισε να πάει και να τους συναντήσει στο κτίριο της αστυνομίας, όπου κατά πάσα πιθανότητα θα τους είχαν προσαγάγει. Την ώρα που έβγαινε από το ξενοδοχείο, τον είδαν μέσα από το ταξί η Ροζίτα με τον Μανοέλ.
«Αυτός είναι!» είπε η Ροζίτα ταραγμένη.


Μόλις ο Νίνο έφτασε στην αστυνομία αναζήτησε τον Χουάν και την Τζέιν. Μέχρι να μάθει ότι βρίσκονταν σ’ εκείνο το κτίριο πέρασε μισή ώρα. Του επέτρεψαν να τους επισκεφθεί για λίγα λεπτά. Μόλις εμφανίστηκε, ο Χουάν τον πλησίασε βλέποντας μια σανίδα σωτηρίας.
«Τι συνέβη;» απόρησε ο Νίνο.
«Μπλεξίματα. Στα καλά καθούμενα, ήρθαν δύο αστυνομικοί και μας έφεραν εδώ. Είπαν ότι μας υποψιάζονται για εμπόριο ναρκωτικών. Μας έβαλαν μέσα και δεν ξέρουμε τι να κάνουμε. Όλοι τους δείχνουν μια ανησυχητική αδιαφορία. Εσύ πώς το έμαθες;»
«Δεν ήταν δύσκολο. Ο ξενοδόχος μού τα είπε όλα. Δεν ξέρω αν είναι κι αυτός μέσα σ’ όλη αυτήν την ιστορία, αλλά φαίνεται ότι δε σας υποψιάζεται λιγότερο από την αστυνομία. Αν δεν είναι παρεξήγηση, σίγουρα πρόκειται για μια πλεκτάνη που στήθηκε σε βάρος σας».
«Απορώ ποιος θα είχε κέρδος απ’ αυτήν την υπόθεση. Εσύ που είσαι απ’ αυτά τα μέρη δεν ξέρεις κανέναν που να μπορεί να βοηθήσει την κατάσταση;»
«Σας είπα ότι έχω πολλά χρόνια να έρθω εδώ. Ωστόσο, θα δω τι μπορώ να κάνω, αν και δεν υπόσχομαι τίποτε».
«Σ’ ευχαριστώ πολύ. Με την ευκαιρία, χρειάζεσαι χρήματα; Πώς βολεύεσαι;»
«Δύσκολα. Ψάχνω για μεροκάματο, αλλά σ’ αυτήν την ηλικία πού να βρεις δουλειά…»
«Όταν θα βγω από ’δώ θα σου το ξεπληρώσω. Μη διστάσεις να μου ζητήσεις ό,τι θες. Ξέρεις πού θα με βρεις. Ύστερα θα σε βοηθήσω να βρεις και δουλειά. Όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο, έχω κάτι στο μυαλό μου. Τα χρήματα θα μου τα επιστρέψεις όποτε μπορέσεις».
Η προσφορά τού Χουάν ήταν ειλικρινής και είχε διπλό σκοπό. Από τη μια ήθελε να αξιοποιήσει τις τυχόν γνωριμίες τού Νίνο και από την άλλη φοβόταν μήπως αυτός πουλήσει το μετάλλιο. Εξάλλου, όταν αναφέρθηκε στη δουλειά, είχε από την προηγούμενη κιόλας μέρα σκεφτεί τη χασιέντα των αδελφών Ντελγκάντο. Πίστευε ότι ήταν μια ιδανική ευκαιρία για εκείνον.
Όταν έφυγε ο Νίνο, ο Χουάν στράφηκε στην Τζέιν, που στο μεταξύ ξανάβρισκε την ψυχραιμία της.
«Ο Νίνο πιστεύει ότι αυτή η σύλληψή μας δεν έγινε τυχαία!»
«Πώς αυτό;»
«Μίλησε με τον ξενοδόχο. Κι εκείνος μας υποψιαζόταν».
«Γιατί; Δώσαμε κάποια αφορμή;»
«Δεν ξέρω. Αυτό που δε λέει να φύγει απ’ το μυαλό μου, είναι αν το μετάλλιο που θέλουμε έχει σχέση με όλα αυτά…»
«Πώς μπορεί; Αυτήν τη στιγμή το κρατάει ο Νίνο».
«Κάποιοι άλλοι γνωρίζουν ότι το ψάχνουμε κι εμείς. Ίσως θέλουν να μας εμποδίσουν για  να το αποκτήσουν αυτοί».
«Εννοείς τη Ροζίτα;»
«Αυτή ή ίσως και τον πατέρα της. Θυμάσαι πόσο αρνητικοί και απόλυτοι ήταν στις τελευταίες και πιο κρίσιμες ερωτήσεις μας; Δεν το βγάζεις από το μυαλό μου ότι η συμπεριφορά τής Ροζίτα, σε ό,τι αφορούσε το θέμα αυτό, ήταν προσποιητή».
«Πράγματι. Αλλά μου φαίνεται υπερβολικό να έχουν φτάσει μέχρι εδώ».
«Θα δεις ότι έχω δίκιο. Τώρα ανησυχώ όχι μόνο για το μετάλλιο, αλλά και για τον ίδιο τον Νίνο. Αν εξαιρέσουμε βέβαια τη δική μας ταλαιπωρία. Δεν ξέρω πού θα καταλήξει όλη αυτή η ιστορία. Είμαστε όλοι μπλεγμένοι».
«Μην κάνεις τόσο αρνητικές σκέψεις, Χουάν».
«Λες ο Νίνο να ξέρει ότι βρισκόμαστε εδώ εξαιτίας τού μεταλλίου;»
«Αποκλείεται. Δε θα είχε έρθει καν να μας βρει. Θα δεις ότι θα μας βοηθήσει και όλα θα πάρουν τον δρόμο τους».
«Μακάρι, Τζέιν. Χαίρομαι που τώρα σε βλέπω αισιόδοξη».

Πραγματικά, ο Νίνο είδε με καλό μάτι αυτήν την περίπτωση και σκέφτηκε ότι θα ήταν μια ευκαιρία να την εκμεταλλευτεί όσο μπορούσε καλύτερα, ιδίως όταν άκουσε για μια επαγγελματική εξασφάλιση. Πέρα από αυτό, ήδη αισθανόταν ότι είχε μια ηθική υποχρέωση στον άνθρωπο που τον βοήθησε χωρίς σχεδόν να τον ξέρει. Φιλοτιμήθηκε λοιπόν να τον εξυπηρετήσει όσο το δυνατό γρηγορότερα.
Στις φυλακές τού Σαντιάγκο ο Νίνο είχε δείξει άριστη διαγωγή και κατάφερε να κερδίσει τη συμπάθεια των συγκρατουμένων του και όχι μόνο. Ανάμεσα στους αστυνομικούς που είχαν μετατεθεί τα τελευταία χρόνια στην κεντρική αστυνομία τού Βαλπαραΐζο από το Σαντιάγκο, ήταν και τρεις που τον γνώριζαν. Ο ένας είχε γίνει υπαξιωματικός και θυμόταν καλά τον Νίνο, καθώς τον έβλεπε καθημερινά για περισσότερα από πέντε χρόνια. Είχε εκτιμήσει τον χαρακτήρα του και θεωρούσε υπερβολική τόσο μεγάλη ποινή για μια “κακιά στιγμή”.
«Νίνο! Εσύ, εδώ;!»
«Εγώ, κύριε Γκονζάλες».
«Δε φαντάζομαι να έχεις μπλεξίματα…»
«Όχι, μην ανησυχείτε. Το μόνο πρόβλημά μου είναι ότι βγήκα μόλις προχθές και ακόμα ψάχνομαι. Αλλά κι αυτό θα τακτοποιηθεί».
«Μπορώ να κάνω κάτι για σένα; Ψάχνεις κάποιον;»
«Όχι, ακριβώς. Τώρα μόλις, είδα δύο φίλους μου που τους έφεραν πριν από τρεις ώρες περίπου. Τους τραβολογάνε άδικα για ναρκωτικά και δεν είναι από ’δώ. Είμαι σίγουρος ότι πρόκειται για παρεξήγηση. Εσείς που ξέρετε απ’ αυτά, πώς μπορεί να γίνει κάτι; Ο κύριος μου υποσχέθηκε ότι θα με βοηθήσει για να βρω δουλειά κι εγώ έχω μεγάλη ανάγκη».
«Δύσκολη περίπτωση. Θα δικαστούν οπωσδήποτε. Εκείνο που θα μπορούσε όμως να γίνει, είναι να μείνουν έξω από τη φυλακή με εγγύηση, μέχρι την ημερομηνία που θα οριστεί η δίκη. Αλλά γι’ αυτό δε χρειάζονται μόνο λεφτά».
«Τι πρέπει λοιπόν να γίνει;»
«Από πού είπες ότι είναι αυτοί;»
«Νομίζω ότι είναι Ισπανός. Η γυναίκα του είναι σίγουρα ξένη. Μάλλον Εγγλέζα ή Αμερικάνα».
«Πρέπει να εγγυηθεί το Προξενείο γι’ αυτούς. Πες τους αν έχουν κάποιο γνωστό, να του πουν για να βοηθήσει. Εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε περισσότερο».
«Ευχαριστώ πολύ. Θα τον ενημερώσω αμέσως».

Ο Νίνο έσπευσε να πει τα νέα στον Χουάν. Οι ελπίδες τώρα μεγάλωσαν, καθώς ο πατέρας τού Χουάν είχε αρκετές γνωριμίες.
«Μη χαθείς Νίνο. Μόλις βγω από δω, σε μια δυο μέρες, πες μου πού να έρθω για να σε βρω. Δε θα ξεχάσω αυτό που έκανες για μένα».
«Εγώ θα μένω στο σπίτι της “θείας” μου. Έτσι τη λέω. Ξέρετε, στο τελευταίο σπίτι εκείνου του δρόμου».
«Πρόσεχε να μην κάνεις αυτές τις μέρες οποιαδήποτε κίνηση για την οποία θα μετανιώσεις αργότερα» τον συμβούλεψε ο Χουάν.
«Μην ανησυχείτε».

Αμέσως μετά την αναχώρηση του Νίνο, ο Χουάν επικοινώνησε με τον πατέρα του στην Ισπανία και του διηγήθηκε με λίγα λόγια την περιπέτειά του.
«Μη στενοχωριέσαι, Χουάν» τον καθησύχασε ο πατέρας του. «Ο αντιδήμαρχος της Βαρκελώνης είναι πολύ γνωστός μου. Αυτός έχει διασυνδέσεις και σίγουρα θα μπορέσουμε να κάνουμε κάτι».
«Όσο μπορείς γρηγορότερα, γιατί οι συνθήκες εδώ δεν είναι καθόλου ευχάριστες. Ένας λόγος παραπάνω είναι ότι δεν αντέχω να βλέπω την Τζέιν σ’ αυτήν την κατάσταση. Δεν αποκλείεται να την μεταφέρουν και αλλού. Θα είναι γι’ αυτήν η χαριστική βολή».
«Μην ανησυχείς. Δίνε της κουράγιο κι εγώ θα ενεργήσω αμέσως. Μόλις κλείσεις θα τηλεφωνήσω στο Δημαρχείο».
Ευτυχώς όλα κύλισαν ομαλά. Ο αντιδήμαρχος, για καλή τους τύχη, ήταν και στενός φίλος τού Ισπανού πρέσβη στο Σαντιάγκο. Εκείνος ήρθε αμέσως σε επαφή με τις Αρχές τού Βαλπαραΐζο, εγγυήθηκε και ο Χουάν με την Τζέιν αποφυλακίστηκαν το επόμενο πρωί. Η δίκη ορίστηκε για δύο μήνες αργότερα.

Το ενδιαφέρον τού Χουάν για τον Νίνο μεγάλωσε, όταν είδε πόσο γρήγορα φρόντισε να τον εξυπηρετήσει. Από τη στιγμή που τον βοήθησε να βγει από τη φυλακή μαζί με την Τζέιν, τον θεωρούσε φίλο του. Για να τον ευχαριστήσει πήγαν όλοι μαζί σ’ ένα παραθαλάσσιο εστιατόριο, κοντά στο καζίνο τής Βίνια ντελ Μαρ. Προηγουμένως, βέβαια, φρόντισε με αρκετά πέσος να κάνει την εμφάνισή του κατάλληλη για την περίσταση.
Ύστερα από το πλούσιο γεύμα και αρκετή συζήτηση, δημιουργήθηκε μια πολύ φιλική ατμόσφαιρα. Ο Χουάν έκρινε ότι μια τέτοια στιγμή ήταν ιδανική ευκαιρία να αρχίσει να εκμαιεύει με διακριτικό τρόπο το παρελθόν του. Από τη στιγμή που θα τους έλεγε την αλήθεια, θα μπορούσε να τους εμπιστευθεί τα πάντα. Αυτή η εξομολόγηση θα ήταν ένας θετικός καταλύτης για τη σχέση τους. Γι’ αυτό, σχολίασε:
«Δεν περίμενα ότι θα τα κατάφερνες τόσο γρήγορα Νίνο. Πώς κι έτσι;»
«Έτυχε να δω έναν γνωστό στην αστυνομία. Αυτός μου έδωσε τις κατάλληλες πληροφορίες».
«Περίεργο μου φαίνεται. Ύστερα από τόσα χρόνια, όπως είπες, τον βρήκες στην ίδια θέση; Οι αστυνομικοί δε μετατίθενται συχνά;»
«Τον συγκεκριμένο τον γνώρισα στο Σαντιάγκο».
Ο Νίνο έδειχνε φανερά στενοχωρημένος που η συζήτηση έπαιρνε τέτοια τροπή. Ο Χουάν κατάλαβε αμέσως ότι δεν ήθελε να πει περισσότερα σ’ εκείνη τη φάση και δε συνέχισε. Η ατμόσφαιρα βάρυνε απρόσμενα και όλοι βρέθηκαν σε μια κατάσταση αμηχανίας. Τη σιωπή έλυσε η Τζέιν, που διάλεξε το πιο ουδέτερο θέμα. Έψαξε να βρει τις πιο κατάλληλες λέξεις και είπε στα ισπανικά:
«Καιρό είχα να φάω τόσο καλά. Εσύ Χουάν;»
«Πραγματικά, ήταν ένα ωραίο γεύμα» σχολίασε. Περίμεναν και οι δύο τον Νίνο να πει την άποψή του.
Ο Νίνο, στο μεταξύ σκεφτόταν να αποκαλύψει το παρελθόν του. Ίσως αυτό θα έπρεπε να το ξέρει ο Χουάν πριν τον συστήσει στη δουλειά που είχε υποσχεθεί για να μην υπάρξουν προβλήματα. Αποφάσισε λοιπόν να μιλήσει.
Ήταν σύντομος. Μέσα σε λίγες προτάσεις συνόψισε όλο το χρονικό, από τη διεκδίκηση του μεταλλίου από τους προγόνους του, μέχρι την αποφυλάκισή του. Η Τζέιν και ο Χουάν έδειχναν σαν να άκουγαν την όλη ιστορία για πρώτη φορά.
«Κι αυτό το μετάλλιο;»
«Καθώς πια δε μου έμεινε τίποτε, δεν υπάρχει άλλη λύση. Όταν τελειώσουν και τα τελευταία πέσος, αν δεν έχω βρει δουλειά μέχρι τότε, θα το πουλήσω. Ελπίζω αυτά που θα πάρω να μου φτάσουν μέχρι να βρω μια λύση και να μην κάνω κάτι που δε θα το ήθελα».
«Αυτήν τη λύση θα μπορούσα να σου την προσφέρω εγώ. Είπες όμως ότι το μετάλλιο το είχες κρύψει για να μην το βρει κάποιος άλλος».
«Ναι».
«Αυτός ο άλλος ζει;»
«Μάλλον».
«Ξέρει ότι εσύ τώρα βρίσκεσαι εδώ;»
«Πάντως ξέρει ότι είναι ο καιρός που θα έβγαινα. Αν ζει, σίγουρα θα με αναζητήσει για να το πάρει πίσω».
«Πάντως, δε σε συμφέρει να το πουλήσεις σε κάποιο χρυσοχόο, παλαιοπώλη ή ενεχυροδανειστή. Αυτοί τα παίρνουν για ένα κομμάτι ψωμί».
«Δηλαδή τι πρέπει να κάνω;»
«Αυτό το μετάλλιο πού το έχεις τώρα;»
«Μαζί μου».
«Αλήθεια;» ρώτησε η Τζέιν, τόσο ζωηρά, που ο Νίνο ξαφνιάστηκε. Ο Χουάν έκανε μια αδιόρατη κίνηση δυσφορίας. Ο Νίνο ήταν έτοιμος να το δείξει, αλλά ο τρόπος που εκδηλώθηκε η Τζέιν τον έκανε να διστάσει. Ο Χουάν όμως συνέχισε.
«Μπορώ να το δω;»
Ο Νίνο το έβγαλε επιφυλακτικά. Ο Χουάν το έπιασε στα χέρια του και το εξέτασε και από τις δύο όψεις. Η Τζέιν προσπαθούσε να δει όσο μπορούσε καλύτερα.
«Είναι πολύ επικίνδυνο να κρατάς στα χέρια σου ένα αντικείμενο για το οποίο κάποιοι εξακολουθούν να ενδιαφέρονται τόσο πολύ και ίσως είναι και αδίστακτοι. Η ζωή είναι πολύ φτηνή. Ακόμα κι αν το πουλήσεις, θα είναι επικίνδυνο για σένα να μείνεις εδώ».
Ο Νίνο έσκυψε σκεφτικός το κεφάλι. Ήξερε ότι ο Χουάν είχε δίκιο. Δεν μπορούσε όμως να κάνει τίποτε. Ξαφνικά, θυμήθηκε τα λόγια που του είχε πει όταν είχαν συναντηθεί στη φυλακή.
«Είχατε αναφέρει για μια δουλειά που έχετε υπόψη σας» είπε χαμηλόφωνα.
«Ακριβώς. Άκουσε τι προτείνω. Καθώς ερχόμασταν από το Σαντιάγκο στο Βαλπαραΐζο, περάσαμε από ένα αγρόκτημα, όπου μένει μια μακρινή συγγενής σου. Είναι παντρεμένη με ένα εξαιρετικό παιδί, που έχει μια χασιέντα με τον αδελφό του. Θα πάμε μαζί μέχρι εκεί. Όταν μάθουν ποιος είσαι, είμαι βέβαιος ότι θα δεχτούν να μείνεις και να εργαστείς κοντά τους. Στο μεταξύ, εγώ μπορώ να αγοράσω το μετάλλιο σε δεκαπλάσια τιμή από αυτήν που θα σου έλεγε ένας εκτιμητής. Θα είναι ένα κεφάλαιο για τα πρώτα σου έξοδα και για να σταθείς αξιοπρεπώς μέχρι να μπει η ζωή σου σ’ έναν ρυθμό».
Ο Νίνο έδειχνε πάλι διστακτικός, καθώς άρχισε να υποψιάζεται ότι το μετάλλιο έχει αξία μεγαλύτερη απ’ όση υπολόγιζε. Βλέποντας την έκφρασή του, ο Χουάν έκανε ακόμα μια προσφορά.
«Όταν επιστρέψουμε από την Ισπανία για τη δίκη, θα σου φέρω ένα ολόιδιο σε καθαρό ασήμι για  να θυμάσαι τους προγόνους σου κι εμάς».
Τελικά ο Νίνο υποχώρησε, καθώς ήταν γι’ αυτόν η καλύτερη επιλογή. Ικανοποιημένος ο Χουάν, του πρότεινε για την ασφάλειά του να βρίσκεται συνεχώς κοντά τους, μέχρι να επισκεφθούν το αγρόκτημα των αδελφών Ντελγκάντο. Η Χουανίτα, που δεν περίμενε ποτέ να την επισκεφτεί ο μακρινός της εξάδελφος, τον υποδέχτηκε με θέρμη. Ένας λόγος παραπάνω που ο Νίνο έγινε δεκτός απ’ όλους με ευχαρίστηση, ήταν ότι εκείνη την εποχή έλειπαν εργατικά χέρια από το αγρόκτημα. Εξάλλου, το ότι ήρθε μαζί με τον Χουάν και την Τζέιν, ένα ζευγάρι που όλοι είχαν εκτιμήσει ιδιαίτερα πριν από λίγες ημέρες, ήταν κι αυτό ένα θετικό στοιχείο. Όλα αυτά έκαναν τα γκρίζα σημεία τού παρελθόντος τού Νίνο να ξεθωριάσουν ακόμα περισσότερο.
Λίγο πριν φύγουν από το αγρόκτημα, ο Χουάν διάλεξε την κατάλληλη στιγμή που βρέθηκε μόνος με τον Νίνο, τον πλησίασε και του πρόσφερε διακριτικά τρεις χιλιάδες ευρώ για το μετάλλιο.
«Δεν έχω αρκετά πέσος επάνω μου» είπε. «Αυτά αντιστοιχούν σε δύο περίπου εκατομμύρια. Θα υπολογίσεις, βέβαια και το αντίγραφο που θα σου φέρουμε, όταν θα σε ξαναδούμε με το καλό, σε δυο μήνες».
«Εκτίμησα πάρα πολύ αυτό που κάνατε για μένα» είπε συγκινημένος ο Νίνο. «Γι’ αυτό και χαίρομαι που τελικά κατέληξε σ’ εσάς, που απ’ όσο κατάλαβα το θέλετε πάρα πολύ».
Ο Χουάν δεν πρόλαβε να του εξηγήσει τον λόγο, καθώς εκείνη τη στιγμή έμπαινε η Χουανίτα για να τους ειδοποιήσει ότι όπου να ’ναι θα περνούσε το λεωφορείο. Αποχαιρετίστηκαν με εγκαρδιότητα. Λίγα λεπτά αργότερα, μέσα στο αυτοκίνητο, ο Χουάν έδινε στην Τζέιν για να θαυμάσει με την ησυχία της το μετάλλιο με τα αρχικά Ε.Ρ., του Έντουαρντ Ράσελ, Δούκα τού Όρφορντ.

Η Ροζίτα και ο Μανοέλ, κατά τη διάρκεια αυτών των απρόοπτων εξελίξεων, έχασαν τα ίχνη τόσο του Χουάν και της Τζέιν, όσο και του Νίνο. Ο γνωστός τους αστυνομικός είχε επαναπαυτεί στη χρονική τριβή που είναι αποτέλεσμα των γραφειοκρατικών διαδικασιών και δεν μπορούσε να φανταστεί τις ενέργειες των συλληφθέντων. Όταν πληροφορήθηκε την αποφυλάκισή τους, ήταν πολύ αργά. Ο χρόνος είχε κυλήσει πολύ γρήγορα για την εφαρμογή τού σχεδίου τής Ροζίτα. Μέχρι ο Μανοέλ να βρει και να καθοδηγήσει εκείνον που θα έπαιζε τον ρόλο τού “συλλέκτη” για να παγιδέψουν τον Νίνο, τα πράγματα είχαν ήδη πάρει τέτοια τροπή, που το σχέδιο ήταν ανεφάρμοστο.
Στο ξενοδοχείο είχαν φτάσει λίγες ώρες μετά την αναχώρηση του Χουάν και της Τζέιν. Για τον Νίνο έψαξαν αρκετές μέρες ακόμα, αλλά δεν μπόρεσαν να τον εντοπίσουν πουθενά. Δεν είχαν κανένα λόγο να ζητήσουν περισσότερες πληροφορίες από τον αστυνομικό. Δεν ήθελαν εξάλλου να τον ξαναδούν στα μάτια τους από τη στιγμή που έμαθαν ότι του ξέφυγαν. Και να το μάθαιναν όμως, ήταν πολύ αμφίβολο αν θα τολμούσαν να ξεκινήσουν για να πετύχουν κάτι σχεδόν ακατόρθωτο.
Ένας ακόμα κερδισμένος από αυτήν την υπόθεση ήταν ο Χοσελίτο, που εκείνες τις μέρες απέκτησε καινούργια ρούχα, διασκέδασε και του έμειναν στην τσέπη αρκετά πέσος, που σκέφτηκε να τα ξοδέψει πριν ξαναπλησιάσει την παραλία τού Βαλπαραΐζο.