43


Στην κορυφή του πιο κοντινού λόφου ορθώνεται ο μεγαλοπρεπής ναός Παχάρι, με ύψος πάνω από εκατό μέτρα. Η πανοραμική θέα τού Ράντσι από εκεί είναι υπέροχη. Οι πλαγιές είναι καταπράσινες, με πολλά είδη δέντρων και την εποχή των βροχών το τοπίο είναι μαγευτικό. Όταν τον μήνα Σραβάν ανηφορίζουν από κάθε μεριά αναρίθμητοι Ινδοί για να προσκυνήσουν τις θεότητες, το πλήθος των πιστών με τις παραδοσιακές φορεσιές προσθέτει στην περιοχή ένα χρώμα μοναδικό.
Βλέποντας την Ανάντα για δεύτερη φορά μέσα σε τέσσερις μέρες να ανεβαίνει στο λόφο στις οχτώ το πρωί, ο Χουάν υποψιάστηκε μια ιδιαίτερη θρησκευτική προσήλωση της Ινδής στις τοπικές θεότητες. Παρατηρώντας τις κινήσεις της, συμπέρανε ότι πρόκειται για κάτι περισσότερο από μια συνηθισμένη προσκύνηση στο θεό Σίβα, καθώς αυτό συνέβαινε ανελλιπώς, δύο φορές την εβδομάδα.
Κατάλαβαν ότι ήταν μια γυναίκα βαθιά θρησκευόμενη. Ίσως βέβαια αυτή η έντονη προσήλωσή της να οφειλόταν και στον θάνατο του άντρα της. Αν όμως υπήρχε και στο παρελθόν, ίσως να ήταν μια ακόμη αιτία για την απόσταση που είχε δημιουργηθεί με τη Μάρτζι, μια κοπέλα με εντελώς διαφορετική ιδιοσυγκρασία και αντιλήψεις. Όπως και αν είχε το πράγμα, σκέφτηκαν ότι θα μπορούσαν να το εκμεταλλευτούν όταν τη γνώριζαν.
Πέρασαν πάνω από δύο εβδομάδες μέχρι να συγκεντρώσουν τις πρώτες πληροφορίες από γείτονες, καθώς η Ανάντα δε διατηρούσε σχέσεις μ’ αυτούς. Προφασίστηκαν ότι ήταν συγγενείς του άντρα της, που είχαν να τον δουν πολύ καιρό. Τα περισσότερα κατάφερε να μάθει η Τζέιν, κυρίως από τις συζητήσεις που άνοιγε με την περίεργη υπηρέτρια της διπλανής γειτόνισσας, που μια δυο φορές είχε μπει και στο σπίτι τής Ανάντα.
Όσο λίγα κι αν ήταν αυτά που έμαθαν, σκόπευαν να τα αξιοποιήσουν με το σχέδιο που θα κατέστρωναν για να την πλησιάσουν. Οπωσδήποτε, αρχικά ήταν απαραίτητο να επινοήσουν μια πιστευτή δικαιολογία γι’ αυτήν την προσέγγιση. Στη συνέχεια, θα έπρεπε να αποκτήσουν μαζί της αρκετή οικειότητα, ώστε να προχωρήσουν σε πιο
προσωπικές συζητήσεις. Αργότερα θα περίμεναν την κατάλληλη ευκαιρία που θα τους επέτρεπε να οδηγήσουν έναν φιλικό διάλογο στο μονοπάτι απ’ όπου θα μπορούσαν να καταλάβουν αν είχε το μετάλλιο.

Την επόμενη μέρα, πέρασαν έξω από το σπίτι της αρκετές φορές, πριν ακόμα σκεφτούν τι θα έλεγαν αν την εύρισκαν μπροστά τους. Από το πρωί όμως δε φαινόταν να είναι κανένας μέσα. Το βράδυ δεν άναψε κανένα φως μέχρι αργά. Συμπέραναν ότι η Ανάντα έλειπε. Ανησύχησαν γιατί δεν μπορούσαν να φανταστούν κάποιο λόγο. Αποτάθηκαν στην παρατηρητική υπηρέτρια, ελπίζοντας ότι όλο και κάτι θα ήξερε. Έμαθαν ότι την έβλεπε να φεύγει μερικές φορές για δυο τρεις μέρες, αλλά τίποτε περισσότερο. Πραγματικά, το επόμενο απόγευμα επέστρεψε για την τακτική της προσκύνηση στον ναό Παχάρι.
Ύστερα από αυτό το περιστατικό, έκριναν ότι θα ήταν καλό να επισπεύσουν τη διαδικασία για την πρώτη επαφή μαζί της, καθώς τα ταξίδια αυτά ίσως είχαν σημαντικό κόστος, πράγμα που θα την ανάγκαζε ενδεχομένως να καλύπτει τα έξοδά της πουλώντας ή βάζοντας για ενέχυρο κοσμήματα και άλλα περιουσιακά της στοιχεία. Η ιδέα ότι ανάμεσα σ’ αυτά θα μπορούσε να βρίσκεται και το μετάλλιο, τους θορύβησε πολύ. Έγιναν μεταξύ τους πολλές συζητήσεις και έπεσαν στο τραπέζι πολλές προτάσεις.
Κατέληξαν ότι το προτιμότερο ήταν να την περιμένουν κοντά στην είσοδο του σπιτιού της, να συναντηθούν μαζί της δήθεν τυχαία και να ζητήσουν, ως νέοι επισκέπτες τής πόλης και της περιοχής, πληροφορίες για τα γύρω μέρη, τον λόφο και τον ναό του. Η κυρία Φέρμαν, λογικά, δε θα αρνιόταν μια τέτοια εξυπηρέτηση, καθώς θα ήταν γι’ αυτήν ευχαρίστηση να μιλήσει για ένα θέμα που γνώριζε καλά, ίσως και μια ευκαιρία να προβάλει το αντικείμενο της λατρείας της.
Αν όλα εξελίσσονταν όπως τα σχεδίαζαν, η προγραμματισμένη συνάντηση θα γινόταν επάνω στον λόφο, δίπλα ή μέσα στον ναό. Προφασιζόμενοι ότι είναι εντυπωσιασμένοι από τις θρησκευτικές παραδόσεις τής Ινδίας, θα επιδίωκαν να προκαλέσουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον τής Ινδής. Οι επαφές και οι συζητήσεις μαζί της θα συνεχίζονταν μέχρι να τους καλέσει στο σπίτι της. Ένα σχέδιο μακρόπνοο βέβαια, με πολλά βήματα, αλλά με αρκετή λογική και πιθανότητα επιτυχίας.

Διάλεξαν την πρώτη μέρα που η Ανάντα θα έβγαινε για την καθιερωμένη της προσκύνηση στο λόφο Παχάρι. Όταν έφτασαν για να διαλέξουν την πιο βολική γωνιά που θα την περίμεναν, είδαν παραξενεμένοι ότι το σπίτι είχε όλα τα παραθυρόφυλλα κλειστά και η εξωτερική πόρτα τής αυλής ήταν κλειδωμένη. Με ανυπομονησία περίμεναν να επιστρέψει από τον ναό, αλλά μάταια.
Η υπηρέτρια που θα μπορούσε ίσως να βοηθήσει, συμπτωματικά εκείνη τη μέρα έλειπε, όπως και η κυρία της. Κανένας από την υπόλοιπη γειτονιά δεν είχε ιδέα για το πού θα μπορούσε να βρίσκεται η Ανάντα Βιντασαγκάρ Φέρμαν. Περισσότερο ανήσυχοι τώρα, έκριναν ότι έπρεπε να επικοινωνήσουν υποχρεωτικά με την Μάρτζι. Θα τηλεφωνούσε ο Χουάν, αλλά έπρεπε να βρει μια καλή δικαιολογία, αν ήθελε να μάθει οτιδήποτε.
«Δε χρειάζεται πολλή σκέψη. Πες απλά ότι είσαι ένας καλός γείτονας και ανησυχείς» πρότεινε η Τζέιν.
«Δεν είναι άσχημη ιδέα».
Η τελευταία φορά που είχε μιλήσει με την Ανάντα η Μάρτζι ήταν πριν από τέσσερις μήνες. Το μόνο που ήξερε και τους είπε ήταν ότι τις τελευταίες ημέρες τού Φεβρουαρίου, τον ινδικό μήνα Τσαΐτρ, η μητριά της πηγαίνει στη γιορτή τού Μάχα Σιβαράτρι, στην ιερή πόλη Βαρανάσι, στις όχθες τού Γάγγη. Στάθηκαν τυχεροί γιατί η Ανάντα είχε κινητό τηλέφωνο και όταν ο Χουάν ζήτησε τον αριθμό από τη Μάρτζι εκείνη τον γνώριζε και τον έδωσε πρόθυμα.


Ο θεός Σίβα αποτελεί το τρίτο πρόσωπο της τριάδας των μεγάλων θεών τού ινδουιστικού πανθέου Βράχμα, Βισνού και Σίβα. Αντιστοιχούν στις δυνάμεις τής δημιουργίας, της συντήρησης και της καταστροφής τού κόσμου. Παρόλο που ο Σίβα αντιπροσωπεύει κυρίως το στοιχείο της καταστροφής, οι ιδιότητες και οι δυνάμεις του είναι πολυδιάστατες. Εξάλλου, καθώς η καταστροφή τής παλαιάς και φθαρμένης ύλης θεωρείται από τους βεδικούς ύμνους αναγκαία προϋπόθεση για τη δημιουργία τής νέας, η λατρεία τού Σίβα έχει ιδιαίτερη σημασία.
Αν και τα ιερά κείμενα αποδέχονται τη φιλική συνύπαρξη και ταύτιση των τριών θεοτήτων, ο αιρετικός ανταγωνισμός μεταξύ των οπαδών τού Βισνού και του Σίβα οδήγησε στο παρελθόν σε αιματηρές θρησκευτικές διαμάχες. Η κάθε πλευρά προσπαθούσε να καθιερώσει και να επιβάλει την ανωτερότητα της θεότητας που υποστήριζε.
Μια από τις αρχαιότερες πόλεις τής Ινδίας είναι το Βαρανάσι, πρωτεύουσα της ινδικής επαρχίας Ούταρ Πραντές. Γνωστό και ως Μπεναρές, έχει σήμερα πληθυσμό πάνω από δύο εκατομμύρια κατοίκους. Κτισμένο αμφιθεατρικά στη δυτική όχθη τού ποταμού Γάγγη, αποτελεί το θρησκευτικό κέντρο τής Ινδίας.
Την πόλη επισκέπτονται πιστοί από διάφορα δόγματα όπως Ινδουιστές, Βουδιστές και Τζαϊνιστές, οι οποίοι τη θεωρούν ιερή εδώ και χιλιάδες χρόνια. Έρχονται από κάθε γωνιά τής Ινδίας, αλλά και από άλλες χώρες για να αποδώσουν λατρεία στον Σίβα και να καθαρίσουν την ψυχή τους στα ιερά νερά τού ποταμού.
Τα θρησκευτικά καθήκοντα ασκούνται στους πολυάριθμους μικρούς και μεγάλους ναούς, που βρίσκονται διάσπαρτοι σε όλο το Βαρανάσι. Ο σημαντικότερος τόπος προσκύνησης του Σίβα είναι ο “Χρυσός Ναός”, όπου βρίσκεται ο αρχέγονος φωτεινός φαλλός του. Οι ινδουιστές πιστεύουν ότι ο θεός Σίβα χαρίζει απελευθέρωση από τον κύκλο τής μετεμψύχωσης σε όλους όσους πεθαίνουν στην πόλη του. Η παρουσία του γίνεται ιδιαίτερα αισθητή στις αποβάθρες τού Γάγγη, όπου καθημερινά καίγονται πτώματα νεκρών από κάθε περιοχή τής Ινδίας.
Οι εκδηλώσεις κορυφώνονται με διονυσιακές τελετές για την ένωση του θεού Σίβα με τη βασίλισσα Παρβάτι. Για τον τριήμερο εορτασμό τής Μάχα Σιβαράτρι, θεοποίηση της γονιμότητας, οι ιερείς και οι Αρχές τού τόπου οργανώνουν τους χώρους λατρείας και προετοιμάζονται να υποδεχτούν τις εκατοντάδες χιλιάδες πιστών που θα προσέλθουν για να προσευχηθούν στον “Χρυσό Ναό”.
Η όψη τής πόλης εκείνα τα βράδια είναι πανηγυρική, καθώς παρελαύνουν συνεχώς άρματα στολισμένα με πυρσούς και μεταμφιεσμένους οπαδούς τού θεού. Τη μεγαλύτερη εντύπωση προκαλούν οι Νάγκας, ασκητές που περιφέρονται γυμνοί στους δρόμους. Είναι οι πρώτοι που έχουν το δικαίωμα να προσκυνήσουν τον ιερό φαλλό.
Όλο το τελετουργικό καταλήγει σ’ ένα θρησκευτικό παραλήρημα με χορούς σε φρενήρεις ρυθμούς, κάτω από την επίδραση ψυχοτρόπων παρασκευασμάτων από μαριχουάνα και τοπικά ποτά με βάση το γάλα, που προσφέρονται αφειδώς σε όλο τον κόσμο.
Στη δίνη αυτών των εκδηλώσεων βρισκόταν τώρα και η Ανάντα. Συμμετείχε με αμείωτη ένταση και ένα πάθος που το αντλούσε, όπως όλοι εξάλλου, από την επίδραση του καπνού τής κάνναβης και του αλκοόλ. Με δυσκολία έφτασε τα ξημερώματα στο ξενοδοχείο της, όπου κοιμήθηκε δεκατέσσερις ώρες συνέχεια. Ξύπνησε, αλλά για να σηκωθεί πέρασαν ακόμα δυο ώρες. Κοίταξε ανήσυχη το ρολόι της. Έδειχνε εννιά. Το πρωί είχε ένα σημαντικό ταξίδι, που δε σήκωνε καμία αναβολή.

Έχοντας τον αριθμό τού κινητού της, ο Χουάν προσπαθούσε να επικοινωνήσει μαζί της, αλλά εκείνη το είχε απενεργοποιημένο. Το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να περιμένουν.
Το κινητό εξακολουθούσε να είναι κλειστό για δυο μέρες. Πίστευαν ότι είχε χαθεί σχεδόν κάθε ελπίδα, όταν επιτέλους αργά το απόγευμα ακούστηκε μια νυσταγμένη φωνή. Η Τζέιν ξαφνικά αναρωτήθηκε τι άραγε είχε σκεφτεί ο Χουάν ως δικαιολογία για να μάθει πότε θα επιστρέψει η Ανάντα.
«Ανάντα Βιντασαγκάρ. Παρακαλώ».
«Μένετε στην οδό Σάτι Μαντίρ στον αριθμό δεκαέξι;»
«Μάλιστα».
«Είμαστε από την εταιρεία αερίου και κάνουμε συντήρηση στις παροχές τού τομέα τής πόλης. Ποια ώρα θα μπορέσουμε να σας επισκεφθούμε;»
«Αυτές τις μέρες είναι αδύνατο».
«Είστε εκτός πόλης;»
«Ταξιδεύω για τη Μουμπάι1. Θα επιστρέψω στο Ράντσι αμέσως μετά τη δημοπρασία».
Ο Χουάν έμεινε με το στόμα και το τηλέφωνο ανοιχτό. Η λέξη “δημοπρασία” ήταν η τελευταία που περίμενε ν’ ακούσει εκείνη τη στιγμή. Η Τζέιν τον κοίταξε ανήσυχη.
«Τι συμβαίνει Χουάν; Τι σου είπε;»
Ο Χουάν προσπαθούσε να συγκεντρώσει τις σκέψεις του. Έκλεισε το κινητό και κοίταξε την Τζέιν.
«Έχω ένα πολύ κακό προαίσθημα».
«Γιατί το λες αυτό;»
«Φοβάμαι ότι θα χάσουμε αυτό για το οποίο ήρθαμε».
«Πώς σού ήρθε αυτό;»
«Η Ανάντα ταξιδεύει για τη Μουμπάι για  μια δημοπρασία. Καθώς της λείπουν μετρητά, μάλλον πήγε να εξαργυρώσει κοσμήματα ή ό,τι άλλο μπορεί να έχει αξία. Δε θέλω να σκέφτομαι ότι ανάμεσά τους βρίσκεται το μετάλλιο που ψάχνουμε».

 

____________________________________________

 1Μουμπάι (ή Μούμπαι): Η επίσημη ονομασία τής Βομβάης, στη γλώσσα Μαράτι, από το 1995.