54


Δέκα μέρες αργότερα ο χρυσοχόος είχε σχεδόν τελειώσει το πρώτο μέρος τής παραγγελίας. Τα έξι νεοκομμένα μετάλλια, σε δυο πανομοιότυπες τριάδες, έλαμπαν σαν καινούργια μέσα σε δύο κομψές κασετίνες. Σε μια τρίτη βρίσκονταν τα πρωτότυπα. Ο καλλιτέχνης είχε φροντίσει να αποδώσει και την παραμικρή λεπτομέρεια στην επιφάνειά τους, προσέχοντας να διατηρήσει όσο μπορούσε περισσότερο τη φθορά που άφησε ο χρόνος στο καθένα απ’ αυτά. Προηγουμένως είχε βελτιώσει και την εμφάνιση των πρωτοτύπων, καθαρίζοντάς τα από κάθε ξένο σώμα, όπως τη φυτική κόλλα των αφρικανικών δέντρων. Αργότερα θα έκανε στα δημιουργήματά του μια τεχνητή οξείδωση, έτσι ώστε να μη διαφέρουν σε τίποτε από τα πρωτότυπα.
Βλέποντάς τα στην τελική τους μορφή, η Τζέιν ένιωσε ένα παράξενο συναίσθημα. Ποτέ δε θα περίμενε τόση ομοιότητα μεταξύ τους. Αναπτερώθηκαν οι ελπίδες της για την πιθανότητα να συμβιβαστεί ο καθηγητής Γκλέιντ με μια σειρά αντιγράφων. Γιατί όχι, αφού και η ίδια δεν μπορούσε σχεδόν να τα ξεχωρίσει τα γνήσια;
Συνέχισε να τα εξετάζει με προσοχή πολλή ώρα για  να εντοπίσει τις πρώτες διαφορές. Σίγουρα μπορούσε να καταλάβει ποια ήταν τα πρωτότυπα, αλλά πιο πολύ από την αύρα τους, χωρίς μέχρι εκείνη τη στιγμή να έχει εντοπίσει κάποιο αντικειμενικό κριτήριο. Τα ανεπαίσθητα ίχνη των διαφορών δε μαρτυρούσαν ποια ήταν τα γνήσια. Όσο έβλεπε αυτήν την ομοιότητα, θυμόταν πιο έντονα τις συζητήσεις που προηγήθηκαν με τον καθηγητή και την Έλεν και στ’ αφτιά της ηχούσαν τα επιχειρήματά τους. Όχι ότι υπήρχε το ενδεχόμενο να υποχωρήσει, αλλά έκλεισε τις πολυτελείς κασετίνες βιαστικά και βγήκε από το δωμάτιο μ’ ένα συναίσθημα φόβου και ανασφάλειας.

Παρόλο που τα αντίγραφα είχαν ήδη ετοιμαστεί, ο Χουάν καθυστερούσε σκόπιμα την αναχώρηση, περιμένοντας να αναφερθεί σ’ αυτήν πρώτα η Τζέιν. Ο ίδιος είχε κάνει κάποιες σκέψεις για το πώς θα μπορούσαν να κάνουν τους βασικούς χειρισμούς, ήθελε όμως να δει τι είχε επινοήσει η Τζέιν για το ίδιο θέμα και να βεβαιωθεί ότι η
ίδια δε θα μπορούσε να κρύβει, έστω και υποσυνείδητα, κάποια ψήγματα συμβιβασμού.
Στο μεταξύ όλοι απέφευγαν επιμελώς να κάνουν μπροστά της συζητήσεις για το ταξίδι, πράγμα που αυτή καταλάβαινε, αλλά απέφευγε να σχολιάσει. Ανεξάρτητα απ’ αυτό, η στάση τους απέναντί της εξακολουθούσε να είναι φυσική και εγκάρδια. Αυτό όμως το νέο προσποιητό κλίμα τής κόστιζε ψυχολογικά περισσότερο απ’ όσο θα περίμενε. Καθώς όμως έβλεπε ότι ο Χουάν συμφωνούσε μαζί της απόλυτα, έλπιζε ότι μια λύση βρισκόταν πιο κοντά απ’ όσο υπολόγιζε.
Είχε προσπαθήσει πολύ να βρει τον τρόπο που θα μπορούσε να πείσει τον Γκλέιντ να συμβιβαστεί και να δεχτεί τη σειρά των αντιγράφων, παραχωρώντας το πρωτότυπο. Αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι η ίδια δε θα μπορούσε να ξεχωρίσει ένα πιστό αντίγραφο, αν δεν το είχε ξαναδεί ή, μάλλον,  αν δεν το είχε συγκρίνει εξονυχιστικά με το πρωτότυπο. Θα έπρεπε σε μια τέτοια περίπτωση να βασιστεί μόνο στο λόγο τού καθηγητή, αν εκείνος είχε κατορθώσει να πετύχει το τέλειο αντίγραφο. Μήπως όμως κι ο Γκλέιντ δε θα έπρεπε να επιστρατεύσει όλες του τις ικανότητες για να ξεχωρίσει τα δικά της; Όσο κι αν ένιωθε ότι η λύση τού προβλήματος βρισκόταν κάπου εκεί, και ίσως να ήταν πιο απλή απ’ όσο φανταζόταν, δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί από την υπερένταση, στηρίζοντας πια τις ελπίδες της στην ευρηματικότητα του Χουάν.
«Χουάν, ετοιμαζόμαστε να φύγουμε σε λίγες μέρες κι ακόμα δεν ξέρω ακόμα τι θα κάνουμε. Όσες φορές σε ρώτησα μου έλεγες “Μην ανησυχείς, ξέρω εγώ”. Δεν πρέπει επιτέλους να μάθω κι εγώ; Μ’ έχει πνίξει η αγωνία».
«Έχεις δίκιο αγάπη μου. Το πράγμα είναι εξαιρετικά απλό. Όσο κι αν σου φαίνεται παράξενο, την πρώτη σκέψη την έκανα τότε που συζητούσαμε με τον Γκλέιντ. Γι’ αυτό και είχα ξαναβρεί γρήγορα την ψυχραιμία και τη διάθεσή μου. Ο καθηγητής θα συμβιβαστεί με βάση τη λογική που θα συμβιβαζόμασταν εμείς».
«Δηλαδή;»
«Είσαι αποφασισμένη να ξεχάσεις το αμύθητο ποσό που πρόσφερε ο Γκλέιντ;»
«Εννοείται».
«Δηλαδή δε σου πέρασε ποτέ η ιδέα να υποχωρήσεις;»
«Αυτό δεν πρέπει να το ρωτάς, ειδικά εσύ. Η αλήθεια είναι ότι το ποσό είναι πραγματικά μεγάλο, αλλά σκέφτηκα ότι και τα αντίγραφα δε θα είναι άχρηστα για έναν συλλέκτη».
«Ακριβώς! Έκανες λοιπόν την ίδια σκέψη με μένα».
«Θέλεις να πεις ότι θα τον εξαπατήσουμε με τα αντίγραφα;»
«Όχι, γιατί με την εμπειρία που έχει θα το καταλάβει σχεδόν αμέσως, θα εκτεθούμε ανεπανόρθωτα και ποτέ δε θα αποκτήσουμε το έβδομο. Αλλά ο ίδιος είχε πει, ότι μερικές φορές τα αντίγραφα αξίζουν περισσότερο από τα πρωτότυπα».
«Μ’ αυτό θέλησε να μας κάνει να πιστέψουμε ότι αν δεχόμασταν αντίγραφα θα έπρεπε να είμαστε εξίσου ικανοποιημένοι».
«Παράλληλα όμως το εννοούσε. Είμαι βέβαιος ότι ο ίδιος θα δεχόταν άνετα μία σειρά αντιγράφων και μάλιστα πληρώνοντας ένα σεβαστό ποσό».
«Λες επομένως ότι τα επιχειρήματά του θα γίνουν γι’ αυτόν ένα μπούμερανγκ».
«Ακριβώς. Πρέπει όμως πρώτα να ξέρω κάτι. Εσύ μπορείς να ξεχωρίσεις τα πρωτότυπα από τα αντίγραφα;»
«Γιατί, εσύ δεν μπορείς; Τόσες ώρες σ’ έβλεπα σκυμμένο πάνω τους.»
«Έβγαλα μια άκρη, αλλά επειδή θα τα διαπραγματευτείς εσύ, πρέπει να είμαι σίγουρος για σένα».
«Η αλήθεια είναι ότι όταν τα πρωτοείδα σχεδόν φοβήθηκα βλέποντας την πιστότητά τους. Όταν είχαμε κάνει το μετάλλιο για τον Νίνο, παρόλο που κι εκείνο ήταν ολόιδιο, δεν είχα δώσει σημασία. Τώρα όμως που οι συνθήκες ήταν διαφορετικές αφιέρωσα πολύ χρόνο για να δω πόσο ακριβές μπορεί να είναι ένα αντίγραφο».
«Και τι συμπέρασμα έβγαλες;»
«Δεν μπορεί. Η φθορά από το πέρασμα τού χρόνου αφήνει αποτυπώματα που δεν μπορούν να αντιγραφούν όλα. Θα δεις που θα το παραδεχτεί και ο ίδιος ο συλλέκτης καθηγητής, όταν συγκρίνει όχι μόνο τα δικά μας αντίγραφα, αλλά και το δικό του».
«Εκεί κατέληξα κι εγώ. Να υποθέσω δηλαδή ότι θα μπορούσες να ξεχωρίσεις και το δικό του πρωτότυπο;»
«Είμαι σχεδόν σίγουρη».
«Αυτό είναι θαυμάσιο! Το έβδομο μετάλλιο θα είναι τότε δικό μας!»
Μια σκέψη τότε πέρασε από το μυαλό της Τζέιν.
«Πρέπει να κάνουμε και κάτι ακόμα».
«Σαν τι;»
«Να βγάλουμε μια ωραία φωτογραφία και τα έξι μετάλλια μαζί».
«Γιατί αυτό;»
«Θα είναι η απόδειξη γι’ αυτούς τους δύο ότι έχουμε στην κατοχή μας όλα τα μετάλλια. Υποτίθεται ότι τα βρήκαμε σ’ αυτό το διάστημα».
«Το πιο ισχυρό κίνητρο για να υποχωρήσει ο Γκλέιντ» συμπλήρωσε ο Χουάν.


Μόλις τελείωσαν οι προετοιμασίες για το νέο ταξίδι τους στο Πρίνστον, ο Χουάν επικοινώνησε με τον Γκλέιντ για να τον ενημερώσει. Παράλληλα έμαθε ότι εξακολουθούσε να φιλοξενεί τον Ο’ Σάλιβαν στην εξοχική του κατοικία. Πήραν τα τρία μετάλλια μαζί με τις δύο τριάδες από τα αντίγραφά τους, έβγαλαν επιμελημένες φωτογραφίες από τις σελίδες των ημερολογίων για να ικανοποιήσουν τον Ιρλανδό καθηγητή και αναχώρησαν για τη Νέα Υόρκη.
Στο αεροδρόμιο JFK έφτασαν στις έξι το απόγευμα. Δεν ήταν κουρασμένοι, αλλά δε θέλησαν να συνεχίσουν μέχρι το Πρίνστον. Πήραν το μετρό και πήγαν να εγκατασταθούν στο Μπεστ Χομ, ένα από τα πολλά ξενοδοχεία στην αρχή τής Πέμπτης Λεωφόρου, κοντά στην πλατεία Ουάσινγκτον. Λίγο αργότερα βγήκαν για να δουν τα φωταγωγημένα καταστήματα του εμπορικού κέντρου μιας από τις μεγαλύτερες μεγαλουπόλεις τού κόσμου.
Περπάτησαν περίπου για μια ώρα μέχρι το Σέντραλ Παρκ. Είχαν αρχίσει να κουράζονται. Κάθισαν σε ένα φαστ φουντ και έφαγαν και οι δύο με μεγάλη όρεξη. Επέστρεψαν στο ξενοδοχείο από το απέναντι πεζοδρόμιο. Το περπάτημα, τα πολύχρωμα φώτα των διαφημίσεων που αναβόσβηναν διαρκώς και ο θόρυβος από την κίνηση του δρόμου τούς είχαν φέρει πονοκέφαλο. Στο δωμάτιο ξάπλωσαν αμέσως. Είδαν στο CNN τις κυριότερες ειδήσεις τής ημέρας και κοιμήθηκαν μισή ώρα αργότερα.

Ξύπνησαν λίγο μετά το ξημέρωμα. Αν κάποιος ρωτούσε την Τζέιν εκείνη τη στιγμή, θα τον βεβαίωνε ότι αυτή θα ήταν η πιο καθοριστική μέρα για τη ζωή της. Μετά το πρόγευμα επικοινώνησαν με τον Ο’ Σάλιβαν. Είπε ότι ήταν έτοιμος να τους δεχτεί μαζί με τον Γκλέιντ, εκεί που συναντήθηκαν την προηγούμενη φορά. Έδωσαν ραντεβού στις έντεκα. Η Τζέιν αισθανόταν τον εαυτό της διαφορετικό. Εξακολουθούσε να ελπίζει πάντα στην αποδοχή των αντιγράφων από τον Γκλέιντ.
Έφτασαν ένα τέταρτο νωρίτερα. Τους άνοιξε ο Ο’ Σάλιβαν, χαιρετώντας τους εγκάρδια. Ο Γκλέιντ στεκόταν όρθιος μπροστά από το παράθυρο. Το αντίθετο φως έκρυβε την έκφραση του προσώπου του. Μπορούσε ωστόσο κανείς να μαντέψει τον προκαταβολικό θρίαμβο που ένιωθε μέσα του. Με το που τον είδε η Τζέιν αισθάνθηκε ένα σφίξιμο στην καρδιά της. Αντάλλαξε μαζί του έναν ψυχρό χαιρετισμό.
Ο Χουάν άνοιξε τις τρεις διαφορετικές κασετίνες που η καθεμιά τους είχε τρία μετάλλια. Ήθελε να δει τις αντιδράσεις του Γκλέιντ, καθώς εκείνος θα έβλεπε την καταπληκτική ομοιότητα των τριών σειρών.
Πρώτος πλησίασε ο Ο’ Σάλιβαν. Ανυπομονούσε να δει και στη συνέχεια να κρατήσει στα χέρια του τα μετάλλια που για έναν μήνα λαχταρούσε. Ο Γκλέιντ πλησίασε με ύφος ειδικού.
«Για να δούμε» είπε.
Πλησίασε πιο κοντά.
«Πολύ καλή δουλειά. Σχεδόν δεν ξεχωρίζουν μεταξύ τους».
«Σχεδόν;» σχολίασε ειρωνικά η Τζέιν.
Ο Γκλέιντ την κοίταξε με ένα συγκαταβατικό χαμόγελο.
«Για να ακριβολογήσω με την πρώτη ματιά δεν ξεχωρίζουν καθόλου. Η ετυμηγορία θα ανακοινωθεί στο γραφείο. Παρακαλώ ακολουθείστε με».
Αυτό που ο Γκλέιντ ονόμασε “γραφείο” ήταν ένα πτυσσόμενο τραπέζι και μια επίσης πτυσσόμενη καρέκλα που δεν υπήρχαν εκεί την προηγούμενη φορά. Πριν από δυο ώρες βρίσκονταν στο υπόστεγο της αυλής τού Γκλέιντ. Τα καθάρισε και τα έφερε μέσα στο σαλόνι, ακριβώς για τον σκοπό αυτό.
Επάνω στο τραπέζι υπήρχε μια λάμπα φθορισμού, μια λάμπα τσέπης υπεριωδών ακτίνων, τρεις διαφορετικοί μεγεθυντικοί φακοί, κι εκείνος ο ειδικός φακός που χρησιμοποιούσε ο καθηγητής για να εξετάζει τα πολύτιμα συλλεκτικά του αντικείμενα. Πιο δίπλα, τρία ομοιόμορφα κουτάκια, που το καθένα του θα περιείχε από ένα μετάλλιο. Γιατί τρία; αναρωτήθηκε η Τζέιν. Ο Ο’ Σάλιβαν δεν πήρε το δικό του;
Πλησίασαν όλοι στο τραπέζι. Ο Γκλέιντ άρχισε να μιλάει, όπως θα ρητόρευε σε μια διάλεξη.
«Αγαπητοί μου, δε θα περίμενα βέβαια να δω κάτι που θα μου έκανε μικρότερη εντύπωση με την πρώτη ματιά. Για να μπορέσω να βγάλω τα συμπεράσματα που θα ήθελα, κάθισα και μελέτησα πολύ το μετάλλιο που αγόρασε ο φίλος μου Τζον στη Μουμπάι, ιδίως αφού βγήκαν τα δύο αντίγραφα, σε διαφορετικό τεχνίτη το καθένα. Σας βεβαιώνω ότι κι εσείς δε θα εκπλαγείτε λιγότερο από τη δεξιοτεχνία τους».
Τους παρουσίασε τα τρία κουτάκια και είπε απευθυνόμενος στην Τζέιν που έκανε έναν μορφασμό δυσπιστίας.
«Ποιο από τα τρία νομίζετε ότι είναι το πρωτότυπο;» Και παρατηρώντας την αγωνία της, πρόσθεσε παρορμητικά: «Αν το τεκμηριώσετε, εγώ θα σας το χαρίσω, μαζί με τα υπόλοιπα!»
Η Τζέιν εκείνη την ώρα σκίρτησε.
«Θα το βρω!» είπε αυθόρμητα και με πεποίθηση. «Δώστε μου λίγο χρόνο!»
Κάθισε στην άβολη καρέκλα, βάζοντας στη σειρά τα τρία μετάλλια και παίρνοντας τον μεγαλύτερο μεγεθυντικό φακό, άρχισε να τα εξετάζει.
Αδύνατο να το βρει κανείς αν δεν το έχει μελετήσει, συλλογίστηκε. Έγιναν τέλεια, όπως και τα δικά μας! Παρ’ όλα αυτά, νιώθω ότι είναι το μεσαίο! Όπως ξεχωρίζω και τα δικά μας. Ο χρόνος αφήνει τα δικά του σημάδια. Είναι δυνατό να μην το γνωρίζει αυτό ο Γκλέιντ;
Θέλησε να χρησιμοποιήσει το όπλο τού καθηγητή για να δει και τη δική του αντίδραση. Ξεχώρισε το γνήσιο και, βάζοντας επιδεικτικά μπροστά του το δάχτυλό της, ρώτησε:
«Γιατί, εσείς μπορείτε να το τεκμηριώσετε;»
«Ασφαλώς και μπορώ» απάντησε κάπως αιφνιδιασμένος με τη βεβαιότητά της ο Γκλέιντ. «Γι’ αυτό, θα μπορούσα να καταλάβω αν όλες οι σειρές ήταν αντίγραφα. Πράγμα που ποτέ δε θα κάνατε, καθώς είναι ενάντια στις αρχές σας. Αυτό συμβαίνει γιατί ήδη έχω ένα πρωτότυπο μετάλλιο. Βλέπετε, είμαι και λίγο τυχερός σ’ αυτό. Αν έπαιρνα όπως τώρα εσείς τα τρία αυτά μετάλλια μπροστά μου, δε θα ήταν τόσο εύκολο».
«Μη βιάζεστε να θριαμβολογήσετε κύριε καθηγητά» επενέβη ο Χουάν. «Και ποτέ μην υποτιμάτε τους αντιπάλους σας, αν μου επιτρέπετε την έκφραση. Θα δείτε ότι η Τζέιν δε στηρίζεται μόνο στη διαίσθησή της».
«Εννοείτε ότι η επιλογή της δεν έγινε τυχαία;»
«Αντιθέτως, έγινε ύστερα από προσεκτική παρατήρηση» απάντησε η Τζέιν. «Βλέπετε, εμείς μπορεί να μην είχαμε το πρωτότυπο του έβδομου μεταλλίου, έχοντας όμως περισσότερα πρωτότυπα και ακόμα περισσότερη συναισθηματική σύνδεση μ’ αυτά, κατορθώσαμε να μάθουμε σε λίγες μέρες αρκετά».
«Συνεχίστε» απάντησε κάπως ενοχλημένος ο Γκλέιντ.
«Ο φακός στο γραφείο σας είναι καλύτερος από τον δικό μου, κύριε καθηγητά. Φανέρωσε ακόμα καλύτερα τα αποτυπώματα του χρόνου, που δεν μπορεί, βέβαια, να αποδώσει πλήρως κανένας χαράκτης. Κάτι που εσείς ασφαλώς γνωρίζετε καλύτερα από μένα».
«Η παρατήρησή σας, κυρία μου, είναι απόλυτα σωστή» είπε χωρίς να σχολιάσει περισσότερο ο Γκλέιντ. Συνέχισε, ξεχνώντας την παρορμητική προσφορά που έκανε λίγα λεπτά πριν: «Δε μένει  παρά να ολοκληρώσουμε και τυπικά τη συμφωνία μας, πράγμα για το οποίο δε φαντάζομαι να έχετε αντίρρηση».
«Δε νομίζω» είπε κάπως αμήχανα η Τζέιν, βλέποντας τον καθηγητή να συνεχίζει με τόση αυτοπεποίθηση. «Τι έχετε υπόψη σας;» Ασφαλώς θεωρούσε απίθανο τα τολμηρά λόγια περί δωρεάς τού μεταλλίου από τον Γκλέιντ να ήταν παραπάνω από ένα σχήμα λόγου.
«Εδώ είναι ένα απλό και σαφές συμβόλαιο, που σε λίγες γραμμές αναφέρει όλα είχαμε συζητήσει στην προηγούμενη συνάντησή μας. Μένει να συμπληρώσετε μερικά προσωπικά σας στοιχεία και να υπογράψετε, αφού διαβάσετε τους όρους του, αν και νομίζω ότι η τελευταία σύσταση είναι περιττή».
Οι υπογραφές του Γκλέιντ και του Ο’ Σάλιβαν υπήρχαν ήδη επάνω.
Πριν ακόμα τελειώσει την πρώτη παράγραφο, η Τζέιν στράφηκε  στον Χουάν που διάβαζε κι αυτός πάνω από τον ώμο της και είπε έκπληκτη: «Τώρα είμαι εντελώς μπερδεμένη».
Και σηκώνοντας το χαρτί, απευθύνθηκε με υψωμένο τον τόνο τής φωνής της στον Γκλέιντ: «Τι σημαίνει αυτό;»
Ο Χουάν τής έγνεψε να κρατήσει την ψυχραιμία της και πήρε τον λόγο.
«Την τελευταία φορά που σας είδαμε δε συζητήσαμε, και πολύ περισσότερο δε συμφωνήσαμε σε κάτι. Είχατε κάνει κάποιες προτάσεις, που, απ’ ό,τι βλέπω εδώ, θεωρήσατε αυτονόητη την αποδοχή τους. Τώρα ήρθαμε όχι για να συμφωνήσουμε με τις δικές σας προτάσεις, αλλά για να κάνουμε τις δικές μας και που, πιστέψτε με, θα τις βρείτε πολύ ενδιαφέρουσες».
«Δε σας καταλαβαίνω» είπε με τη σειρά του έκπληκτος ο Γκλέιντ. «Θέλετε να πείτε ότι δε δέχεστε το ποσό που σας προσφέρω;»
«Όπως και ο ίδιος είπατε, τα αντίγραφα δεν απέχουν και πολύ από τα πρωτότυπα. Και είμαστε βέβαιοι ότι θα δεχτείτε με πολύ ενδιαφέρον μια τέτοια σειρά σε πολύ πιο λογική τιμή. Πράγμα για το οποίο ασφαλώς θα συνηγορήσει και ο εκλεκτός συνάδελφός σας Ο’ Σάλιβαν, που τόση ώρα παρακολουθεί με ενδιαφέρον».
«Ανυπομονώ να δω που θα καταλήξει όλη αυτή η ιστορία» πρόλαβε να πει ο Ιρλανδός καθηγητής. «Ελπίζω να μη με ξεχάσατε».
«Μην ανησυχείτε κύριε καθηγητά. Εδώ υπάρχουν τα πρώτα τρία αντίγραφα» είπε ο Χουάν, ενώ η Τζέιν του έδειχνε τη μία κασετίνα. «Θα διαπιστώσετε, όπως άλλωστε και ο κύριος Γκλέιντ, ότι ο χρυσοχόος μας δεν είναι λιγότερο δεξιοτέχνης από τους δικούς σας. Σ’ αυτόν επίσης τον φάκελο έχουμε τις φωτογραφίες απ’ όλες τις σελίδες των ημερολογίων. Υπάρχουν και σε ηλεκτρονική μορφή, σε CD που θα βρείτε μέσα. Όποτε θελήσετε να δείτε και τα πρωτότυπα ημερολόγια, θα είμαστε στη διάθεσή σας. Το μόνο που απομένει είναι να ολοκληρωθεί η συμφωνία με τον κύριο Γκλέιντ».
«Δηλαδή θα πρέπει να συμβιβαστώ με τρία αντίγραφα;» ρώτησε με δυσφορία ο Αμερικανός καθηγητής.
«Μάλλον με τέσσερα. Εφόσον θέλετε να βλέπετε τα τέσσερα και στο μέλλον τα επτά μετάλλια, δυστυχώς θα πρέπει να κάνετε αυτήν την παραχώρηση».
«Αυτό είναι αστείο! Με τα στοιχεία που θα έχω θα μπορέσω να βρω πρώτος τα υπόλοιπα μετάλλια, αν βέβαια αυτά σώζονται. Και τότε θα μετανοήσετε γι’ αυτή σας την επιλογή. Αντίθετα, με το ποσό που θα έχετε στη διάθεσή σας θα διευκολυνθείτε πολύ για την ανεύρεσή τους».
«Κι αν σας λέγαμε ότι έχουμε και τα υπόλοιπα;»
«Αυτό θα ήθελα πολύ να το έβλεπα!» κάγχασε ο Γκλέιντ. Ο Ο’ Σάλιβαν στο μεταξύ είχε ιδρώσει από την ένταση και την αγωνία που τον κυρίευε.
Η Τζέιν έβγαλε από την τσάντα της φωτογραφίες, όπου απεικονίζονταν σε φυσικό μέγεθος και τα έξι μετάλλια.  Εκείνα τα τρία που είχαν ήδη δει από κοντά, ξεχώριζαν ύστερα από τον ειδικό καθαρισμό. Τις έδωσε στον καθηγητή και περίμενε να δει τις αντιδράσεις του.
«Αδύνατον!» ψέλλισε εκείνος ύστερα από ένα λεπτό. Στράφηκε προς τον Ο’ Σάλιβαν. «Τι λες εσύ γι’ αυτό;»
«Δε φαντάζομαι να είναι απάτη… Δεν ανατρέπονται όμως τώρα όλα τα δεδομένα;»
«Εμείς δε βιαζόμαστε» επενέβη ο Χουάν. «Σε έναν μήνα το πολύ θα έχουμε τα αντίγραφα και εκείνων των μεταλλίων. Μπορούμε να ξανασυναντηθούμε όποτε και όπου θέλετε και να ολοκληρώσουμε τη συναλλαγή μας».
«Δηλαδή δεν θα πάρω τώρα τα μετάλλια;» ρώτησε φανερά ανήσυχος ο Ο’ Σάλιβαν.
«Πρέπει πρώτα να δεχτεί τους όρους μας ο κύριος Γκλέιντ, κύριε καθηγητά. Λυπάμαι που το λέω, αλλά εσείς ίσως θα μπορούσατε να τον πείσετε ευκολότερα».
«Αυτό είναι εκβιασμός!» μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του ο Γκλέιντ. «Ομολογώ ότι δε θα περίμενα ποτέ αυτήν την τροπή των γεγονότων. Κι έτσι πως είμαι, δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτε».
Στράφηκε στον φίλο του:
«Βλέπεις εσύ καμιά εναλλακτική λύση;»
Ο Ο’ Σάλιβαν ήταν τώρα χλομός. Το μόνο που έκανε ήταν  να κουνήσει αρνητικά το κεφάλι του.
«Στην αρχή θελήσατε να φανείτε υπερβολικά γενναιόδωρος» του υπενθύμισε η Τζέιν. «Εμείς αρκούμαστε σ’ αυτόν τον συμβιβασμό».
Πέρασε μισό λεπτό σιωπής ― ένας χρόνος για όλους. Ο Γκλέιντ, εύστροφος καθώς ήταν, κατάλαβε γρήγορα ότι δεν είχε άλλη επιλογή από το να δεχτεί την ήττα του. Οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του, ο Ιρλανδός συνάδελφός του για παράδειγμα, θα ένιωθε τρισευτυχισμένος που θα είχε την μοναδική ευκαιρία να κρατήσει στα χέρια του έστω και τα αντίγραφα αυτών των ιστορικών κειμηλίων. Αλλά το ότι δεν κατόρθωσε για πρώτη φορά να εξαγοράσει κάτι με χρήματα, τον ταπείνωσε φοβερά. Παρ’ ολ’ αυτά κράτησε την αξιοπρέπειά του και έδωσε το χέρι του στον Χουάν προφέροντας μόνο μια λέξη:
«Σύμφωνοι».
Απομακρύνθηκε προς το τραπέζι που πριν από λίγη ώρα εξέταζε με προσοχή τα τρία μετάλλια. Στην άκρη υπήρχε ένα μικρό βιβλίο, που η Τζέιν δεν είχε προσέξει προηγουμένως. Το πήρε και το πρόσφερε στην Τζέιν λέγοντας:
«Έλπιζα σε μια διαφορετική εξέλιξη, αλλά το βέβαιο είναι ότι δεν μπορεί κάποιος να τα προβλέπει ή να τα καθορίζει όλα. Ανεξάρτητα από το πώς εξελίχθηκε η συναλλαγή μας, θα ήθελα να σας δείξω κάτι που πιστεύω ότι θα το βρείτε ενδιαφέρον. Με αφορμή τα αντίγραφα των δύο ιστορικά ανεκτίμητων σελίδων ημερολογίου που δώσατε στον συνάδελφό μου, ανέτρεξα στη βιβλιοθήκη μου και κατέβασα ένα μικρό χειρόγραφο βιβλίο, με σημειώσεις εκείνης της περιόδου. Ρίξτε μια ματιά. Νομίζω ξέρετε ισπανικά».
Η Τζέιν πήρε στα χέρια της με περιέργεια το φθαρμένο από τον χρόνο μικρό βιβλίο που της πρότεινε ο καθηγητής. Πριν τελειώσει την πρώτη παράγραφο, κάθισε βιαστικά στον καναπέ και φώναξε δίπλα της τον Χουάν.
«Διάβασε τι λέει!» του είπε με ανυπομονησία. «Εγώ τώρα δεν καταλαβαίνω λέξη!»